Month: <span>March 2016</span>

Το Βιοκοινωνικό Μοντέλο

Σύμφωνα με τη Διαλεκτική Συμπεριφορική θεραπεία, η απορρύθμιση του συναισθήματος στην Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας είναι αποτέλεσμα του συνδυασμού της βιολογικής ευπάθειας του ατόμου με την έκθεσή του κατά την ανάπτυξή του σε ένα απαξιωτικό περιβάλλον. Φαίνεται, λοιπόν, να αποδίδεται στο συνδυασμό τριών παραγόντων:

  1. Την αυξημένη συναισθηματική ευαλωτότητα του ασθενή (υψηλή ευαισθησία στα ερεθίσματα, υψηλή συναισθηματική απαντητικότητα και αργή επιστροφή στην κατάσταση ηρεμίας),
  2. την σημαντική δυσκολία στην ρύθμιση των συναισθημάτων (δυσκολία στην παρατήρηση και περιγραφή τους, έντονη αποφυγή των δυσάρεστων ερεθισμάτων και αδυναμία να αποσπαστεί η προσοχή του ατόμου από τα δυσάρεστα συναισθήματα), και τέλος
  3. την βιολογική ευαλωτότητα του ατόμου στην απορρύθμιση του συναισθήματός του

Με τον όρο Απαξιωτικό Περιβάλλον περιγράφεται η κατάσταση όπου οι σημαντικοί άλλοι (πχ γονείς) δεν ενίσχυαν την συναισθηματική έκφραση του παιδιού, του υπαγόρευαν τα συναισθήματα που θα έπρεπε να νιώθει σε κάθε περίπτωση ή λειτουργούσαν κακοποιητικά.

Διαλεκτική Συμπεριφορική Θεραπεία – Οργάνωση Διαγνωστικών Κριτηρίων

Τα Διαγνωστικά Κριτήρια για την οριακή Διαταραχή προσωπικότητας με βάση την Διαλεκτική Συμπεριφορική Θεραπεία οργανώνονται ως εξής:

  1. Συμπεριφορική απορρύθμιση (αυτοκτονική συμπεριφορά / παρορμητικότητα / προμελετημένος αυτοτραυματισμός)
  2. Συναισθηματική απορρύθμιση ( προβλήματα διαχείρισης θυμού / συναισθηματική αστάθεια)
  3. Γνωσιακή απορρύθμιση (Παρανοϊκός ιδεασμός / διασχιστικές – αποσυνδετικές απαντήσεις )
  4. Απορρύθμιση της αίσθησης του εαυτού (διαταραγμένη ταυτότητα εαυτού / χρόνια αισθήματα κενού / μπερδεμένη αίσθηση του εαυτού)
  5. Διαπροσωπική απορρύθμιση (φόβος εγκατάλειψης / χαοτικές διαπροσωπικές σχέσεις)

Σχέσεις και Δέσμευση: Εσωτερικές Ψυχικές Ανάγκες και Φόβοι

Γάτες: Ένα ζώο με τόσο ανεξάρτητη φύση που φτάνει να είναι αντιφατική ως προς τη διαδικασία της δέσμευσης.

Δέσμευση: ένας όρος με ποικίλες έννοιες. Αυτή η βαθύτερη ψυχολογική ανάγκη των ανθρώπων για δέσμευση είναι εντυπωσιακή για τον τρόπο που την διαχειριζόμαστε, ειδικά σε μια εποχή που οι σχέσεις μοιάζουν να είναι πολύ εύθραυστες.

Δέσμευση = αγάπη?
Ευτυχία ή δυστυχία?
Σχέσεις εύθραυστες ή σταθερές?
Δέσμευση ή συνεχής αναζήτηση του «καλύτερου»? Ετοιμότητα για προσωπικές υποχωρήσεις?
Φόβος ή εμπιστοσύνη?
Συναισθηματική εγγύτητα ή σχέση εξάρτησης?

Επί της ουσίας, πρόκειται για μια φυσιολογική διαδικασία συναισθηματικής εγγύτητας που ξεκινά από τη διαδικασία του φλερτ, τη δημιουργία σχέσης, και στη συνέχεια την εμβάθυνση στη σχέση. Στο τελευταίο στάδιο εντοπίζονται οι βαθύτεροι φόβοι ορισμένων ατόμων να μοιραστούν και τις δύσκολες στιγμές, τις ευθύνες, το φόβο απόρριψης, το φόβο εγκατάλειψης, τον πόνο, τις στεναχώριες.

Οι τρεις βαθύτεροι φόβοι αναφορικά με τη δέσμευση συνδέονται με το ότι το άτομο πιστεύει ότι δεν έχει επέλθει επαρκές χρονικό διάστημα για δέσμευση, με τον φόβο ότι η σχέση δε θα πάει καλά, ή ακόμα και με την πιθανότητα ότι το άτομο είναι ερωτευμένο με τον έρωτα και όχι με το άλλο άτομο στη σχέση (μοναχικότητα, φόβος απόρριψης).

Και οι τρεις παραπάνω λόγοι συνδέονται με την ανάγκη του ατόμου να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του, τα όριά του, καθώς και από μια τάση διεκπεραίωσης των ατομικών στόχων καθενός είτε σε επίπεδο επαγγελματικό είτε στο επίπεδο της ίδιας τους της οικογένειας, προτού προβούν στη διαδικασία αφοσίωσης και συνύπαρξης με κάποιον δίπλα τους. Ακόμη, σημαντικό ρόλο φαίνεται να παίζει ο φόβος της απόρριψης, καθώς άτομα που έχουν πληγωθεί από προηγούμενες σχέσεις τους συνήθως χρειάζονται περισσότερο χρόνο για να εμπιστευτούν τόσο τα δικά τους συναισθήματα όσο και του υποψήφιου συντρόφου τους.

Τέλος, υπάρχουν και άνθρωποι που έχουν «μάθει» να ζουν μέσα από τη μοναξιά τους, και το ενδεχόμενο της συνύπαρξης με κάποιον σύντροφο τους τρομάζει, καθώς ακολουθείται από αναγκαστικές αλλαγές στον τρόπο που ζουν σε επίπεδο καθημερινότητας, και σε επίπεδο ευθυνών αλλά και σε επίπεδο κοινής επίλυσης προβλημάτων. Η συνύπαρξη με τη μοναξιά ενισχύει και το αίσθημα ελέγχου της ζωής ενός ατόμου από τον ίδιο, κάτι που περιορίζεται όταν συνυπάρχει με κάποιον άλλο.

Αγχώδης τύπος δεσμού: Κάθε σχέση, κάθε απόπειρα για σχέση, συνοδεύεται από τον εσώτερο φόβο απόρριψης ή εγκατάλειψης, με συνέπεια να δημιουργούνται ασταθείς σχέσεις βασισμένες στις παρελθούσες εμπειρίες του ατόμου.

Αποφευκτικός τύπος δεσμού: Πλήρης αποφυγή του ενδεχομένου της σχέσης, καθώς το άτομο καθοδηγείται από το άγχος του αντί να το ελέγχει, με ισχυρό αντεπιχείρημα την ανάγκη ανεξαρτησίας έναντι στη συναισθηματική εγγύτητα και δέσμευση.

Η αυτονομία, η ανεξαρτησία και η αυτοπεποίθηση δημιουργούν μια ασφαλή βάση στις σχέσεις, αφού, ακόμα κι αν υπάρχουν φόβοι, δεν τους αφήνουμε να κυριαρχούν αλλά τους ελέγχουμε. Το άτομο είναι σημαντικό να θεωρεί τον εαυτό του ικανό για να κρατήσει το ενδιαφέρον του άλλου. Για το λόγο αυτό, κατά τη θεραπευτική διαδικασία ενός ζεύγους είναι πολύ σημαντικό να εκφραστεί εξαρχής η δέσμευση καθενός από τους συντρόφους στην προσπάθεια για τη συγκεκριμένη σχέση. Όσοι είναι πολύ δεσμευμένοι είναι πιο πιθανόν να συνεργαστούν και να αντέξουν τον πόνο κατά τη θεραπευτική διαδικασία. Η αίσθηση της δέσμευσης όταν συνδέεται με το αίσθημα της ευτυχίας, αυξάνει και το αίσθημα της ασφάλειας και κατ επέκταση διασφαλίζεται και μια πιο υγιής συνύπαρξη. Όταν η συναισθηματική ανεξαρτησία συνδυάζεται με τη συναισθηματική δέσμευση στη συνύπαρξη δύο ατόμων, τότε φαίνεται να διασφαλίζεται μια υγιής σχέση. Συμπερασματικά, η υγιής δέσμευση φαίνεται να είναι το αποτέλεσμα μιας καλής σχέσης, και όχι η αιτία δημιουργίας της.

Γυναίκα – Μητέρα – Σύζυγος – Καριέρα: Συνδυάζονται?

Οι καιροί αλλάζουν, οι απαιτήσεις της εποχής το ίδιο, και κατ’ επέκταση και οι ανάγκες και επιθυμίες των ανθρώπων. Η γυναίκα στη σημερινή εποχή καλείται να τρέξει σε έναν καθημερινό αγώνα με πιο πρωταγωνιστικό ρόλο σε σχέση με παλαιότερα. Μπορεί δηλαδή από της φύση της ως φύλο να καλείται να έχει πολλαπλούς ρόλους κοινωνικά, αλλά φαίνεται η καριέρα να έχει προστεθεί ως ένας επιπλέον ρόλος στη ζωή των γυναικών. Ο ρόλος “καριέρα” ακούγεται απλός, αλλά διαφέρει κατά πολύ από τον ρόλο “εργαζόμενη”.

Πώς γίνεται, λοιπόν, να συνδυάζονται αυτοί οι τρεις βασικοί ρόλοι? Μπορεί μια γυναίκα να είναι και καλή μητέρα και καλή σύζυγος και καλή στην καριέρα της? Θα λέγαμε με μια διστακτικότητα ότι σπάνια ένας άνθρωπος καταφέρνει να είναι σε πολλά επίπεδα ταυτόχρονα καλός. Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι θετικοί προγνωστικοί παράγοντες που θα μπορούσε κανείς να λάβει υπόψιν, καθώς είναι πλέον ολοένα και περισσότερες αυτές οι γυναίκες που συνδυάζουν καριέρα με ολοκληρωμένη προσωπική ζωή.

Ένας παράγοντας που θα μπορούσε να κάνει τη διαφορά είναι η επικέντρωση σε ένα ρόλο τη φορά. Πιο συγκεκριμένα, η επίγνωση του ότι όταν εργάζομαι εργάζομαι, όταν είμαι με το παιδί μου προσπαθώ να απολαμβάνω κάθε στιγμή μαζί του ως ξεχωριστή, και όταν είμαι με τον σύζυγό μου προσπαθώ να έχω επίγνωση της απόλαυσης της συντροφικής ζωής ακόμα και μέσα από δυσκολίες. Άλλος καλός προγνωστικός παράγοντας φαίνεται να είναι το υποστηρικτικό περιβάλλον: όταν ο σύζυγος, οι φίλοι και η οικογένεια είναι εκεί και στηρίζει ο ένας στην προσπάθεια του άλλου, τότε μάλλον η κατάληξη είναι επιτυχής τις περισσότερες φορές.

Η αυτογνωσία και τα προσωπικά όρια του καθενός διαδραματίζουν έναν εξίσου σημαντικό παράγοντα. Αυτό συμβαίνει γιατί πάντα ελοχεύει ο κίνδυνος μια γυναίκα να πέσει στον φαύλο κύκλο της ίδιας της της ζωής: να δίνει προτεραιότητα διαρκώς στην καριέρα, σε σημείο που παραμελεί την προσωπική της ζωή. Κατά συνέπεια, οφείλει να έχει κανείς κατά νου και το σημείο στο οποίο αντέχει να φτάσει, θέτοντας ρεαλιστικούς στόχους.

Συνοψίζοντας, φαίνεται να χρειάζονται αρκετές θυσίες, επιμονή, υπομονή , νίκη του φόβου και της ανασφάλειας μέσω μιας συνεχούς προσπάθειας. Πρόκειται για ένα σοβαρό δίλημμα για αρκετες γυναίκες στην παρούσα εποχή και η εύρεση μιας ισορροπημενης ατομικής απάντησης δεν καθίσταται ιδιαίτερα εύκολη.

Λιακοπούλου Έφη,
Ψυχολόγος, Θεραπεύτρια

Γυναίκα: Ένα Πρόσωπο, Πολλοί Ρόλοι

Η παγκόσμια ημέρα της γυναίκας (διεθνής ημέρα των δικαιωμάτων των γυναικών) εορτάζεται στις 8 Μαρτίου κάθε έτους. Θεσμοθετήθηκε το 1977 από τον ΟΗΕ, ο οποίος κάλεσε όλες τις χώρες του κόσμου να γιορτάσουν την ημέρα για τα δικαιώματα των γυναικών σε καλύτερες συνθήκες εργασίας καθώς και δικαίωμα ψήφου.Είναι μια μέρα κινητοποιήσεων σε όλο τον κόσμο για την υποστήριξη της ισότητας, και την αξιολόγηση της θέσης των γυναικών στην κοινωνία.

Γυναίκα: Ένα πρόσωπο, πολλοί ρόλοι, ανεξαρτήτως καταγωγης, χρώματος στο δέρμα, ηλικίας

 

Μητέρα

Σύζυγος

Αδερφή

Νοικοκυρά

Φίλη

Εργαζόμενη

Θύμα κακοποίησης

Γυναίκες του τρίτου κόσμου χωρίς δικαιώματα, χωρίς ελευθερία, χωρίς ταυτότητα

Γράφει ο Κωστής Παλαμάς εκεί κάπου στις αρχές του 20ου αιώνα…

«Όσοι φοβούνται πως άμα χειραφετηθούν οι γυναίκες κι έμπουνε κι αυτές με τα όλα τους στον αγώνα της ζωής, θα χάσει η γυναίκα τη χάρη της και την ποίησή της, μου θυμίζουν τα επιχειρήματα του Ruskin και άλλων πως τάχα με τους σιδηροδρόμους και με τον πολιτισμό θα χάσει την ομορφιά η φύση. Και τι είναι το στρώσιμο και το πέρασμα ενός σιδηροδρόμου στ’ απέραντα του φυσικού κόσμου γύρω του; Αφήνω πως μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως κι ένα τρένο πλουτίζει τη φύση μ’ ομορφιά.  Ανάλογα κι οι φόβοι για τη χειραφετημένη γυναίκα μου φαίνονται ρομαντικοί. Όπως κι αν αποκατασταθούν οι γυναίκες, σε όλα ισότιμες με τον άντρα, η γυναίκα- το αιώνιο “θηλυκό” του ποιητή- δε χάνεται. Πάντα θα ζει, θα ζώνεται και θα ξεζώνεται.»

(Κ. Παλαμάς, Άπαντα, τ. 10, Γκοβόστης)

Παράγοντες Κινδύνου – Συνοσηρότητα με Συναισθηματικές Διαταραχές

Οι Παράγοντες Κινδύνου για τη νόσηση από συναισθηματικές διαταραχές είναι οι ακόλουθοι:

  1. Το φύλο, καθώς οι γυναίκες εμφανίζουν μεγαλύτερη νοσηρότητα στις μείζονες καταθλιπτικές διαταραχές
  2. Η ηλικία καθώς τα νεότερα άτομα εμφανίζουν μεγαλύτερη πιθανότητα νόσησης)
  3. Η χαμηλή κοινωνική και οικονομική κατάσταση που ενοχοποιείται στις μείζονες καταθλιπτικές διαταραχές,
  4. Το διαζύγιο και το πένθος, που αφορούν καταστάσεις αισθήματος απώλειας και έντονης συναισθηματικής ανασφάλειας
  5. Η ανεργία

 

Αθλητισμός και Κατάθλιψη

Η αθλητική δραστηριότητα συχνά συνδέεται και με την κατάθλιψη. Ωστόσο, παρόλο που αυξημένα επίπεδα αθλητικής δραστηριότητας έχουν συνδεθεί με τη μείωση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας, το αντίκτυπό τους στην κατάθλιψη δεν είναι ξεκάθαρο. Οι Strawbridge και συνεργάτες (2002) σε έρευνά τους βρήκαν ότι η αθλητική δραστηριότητα έχει προστατευτικές επενέργειες στην κατάθλιψη στον ενήλικο πληθυσμό που είχαν ως δείγμα. Αντίστοιχα, ο Salmon (2001) ότι οι περισσότερες έρευνες καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η αεροβική άσκηση έχει αντικαταθλιπτικές και αγχολυτικές επενέργειες καθώς και ότι προστατεύει από τις επιβλαβείς επιπτώσεις του άγχους.

Σε μια πρόσφατη προσπάθεια ανασκόπησης προηγούμενων ανασκοπήσεων η Daley (2008) αναφέρει ότι η άθληση ως θεραπεία της κατάθλιψης είναι σίγουρα πολύ πιο αποτελεσματική από την ανυπαρξία θεραπείας, τόσο αποτελεσματική όσο οι παραδοσιακές παρεμβάσεις σε μερικές περιπτώσεις, και ότι έχει ισάξια ποσοστά απαρέγκλιτης τήρησης όπως και τα φάρμακα.

Τέλος, οι Baumeister και συνεργάτες (2003) στην ανασκόπησή τους αναφέρουν ότι η αυτοεκτίμηση έχει σημαντική σχέση με την ευτυχία, σε σημείο όπου μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση μπορεί να οδηγήσει σε περισσότερη ευτυχία, ενώ η χαμηλότερη αυτοεκτίμηση είναι πιο πιθανό να οδηγήσει στην κατάθλιψη υπό ορισμένες καταστάσεις.

Το “Εκπολιτισμένο” σώμα

Η διαγωγή των συναισθημάτων και του σώματος είναι κεντρική στη σύγχρονη αντίληψη για τον «εκπολιτισμένο» εαυτό. Έτσι, το Εκπολιτισμένο Σώμα είναι το σώμα που είναι αυστηρά αύταρκες, συνειδητά διαχειριζόμενο, υποκείμενο σε συνεχή αυτοπειθαρχία όπως επίσης και πειθαρχία από την μεριά των άλλων. Στην παρούσα χρονική περίοδο υπάρχει πληθώρα από ασαφείς και ανοικτούς κανονισμούς γύρω από τη σημαντικότητα του «εκπολιτισμένου» σώματος».

Οι σύγχρονες μορφωτικές έννοιες και προσδοκίες γύρω από το φαγητό και τις πρακτικές διατροφής έχουν σχηματιστεί και αναπαραχθεί μέσω αυτών των αντιλήψεων γύρω από την ιδέα για το «εκπολιτισμένο» σώμα (Lupton, 1995). Επειδή η εξωτερική εμφάνιση του σώματος γίνεται αντιληπτή ως επιδεικνύουσα την εσωτερική αξία και προσωπικότητα του ιδιοκτήτη της, υπάρχει μεγάλος βαθμός ενασχόλησης με την σωματική εμφάνιση και διαχείριση.

Είναι, λοιπόν, ευρέως παραδεκτό ότι η κατάλληλη διατροφή παράγει ένα υγιές σώμα, το οποίο κατά συνέπεια είναι ένα αδύνατο, ελκυστικό, νεανικό, σεξουαλικό σώμα: «το σώμα ως μέσο ευχαρίστησης και αυτοέκφρασης». Συγκεκριμένα, ένα ισχνό / ελκυστικό σώμα ερμηνεύεται ως ένα υγιές κανονικό σώμα, και απτή απόδειξη αυστηρής αυτοπειθαρχίας. Κατά αντίθεση, ένα παχύ / άσχημο σώμα ερμηνεύεται ως μη υγιές, εκτός ελέγχου, μια ηθική αποτυχία (Lupton, 1995).

Κατά συνέπεια, όταν οι άνθρωποι νιώθουν ότι δεν είναι ικανοί να ελέγξουν την επιθυμία τους για τα αγαπημένα τους φαγητά και είναι ανίκανοι να συμμορφωθούν με τη διαιτητική διατροφή για αδυνάτισμα, βιώνουν συναισθήματα ενοχής, ντροπής, αυτό-απέχθειας και ματαίωσης. Έτσι… ανησυχίες σχετικά με το βάρος και το σχήμα, και οι ακόλουθες προσπάθειες για μείωση της κατανάλωσης τροφής προκειμένου να επιτευχθεί ένα αδύνατο σώμα, μπορεί να αποτελέσουν μια πηγή άγχους και αυτό-απέχθειας από τη μεριά κάποιων ανθρώπων σε συναφείς εκφράσεις. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι άνθρωποι που είναι εύσωμοι είναι υποκείμενοι στο στιγματισμό και τη διάκριση στις δυτικές κοινωνίες, και ότι κάποια άτομα μπορεί να νιώθουν μη ελκυστικά ακόμα κι αν παρεκκλίνουν μόνο λίγο από το ιδανικό του αδύνατου σώματος.

Εκλυτικοί Παράγοντες για Ψυχογενή Ανορεξία

Οι παράγοντες που συντείνουν στην εμφάνιση της Ψυχογενούς Ανορεξίας μπορεί να είναι:

  1. Κοινωνικοπολιτικοί : Αφορούν στην πολιτισμική έμφαση στο λεπτό σώμα, τη γενικευμένη αποδοχή της «δίαιτας», τη σωματική / σεξουαλική κακοποίηση, την αποτυχία στο σχολείο / στη δουλειά, πρόβλημα σε κοινωνική ή συναισθηματική σχέση, πιθανά σχόλια τρίτων σε σχέση με το βάρος και τη σωματική εμφάνιση κ.λ.π.
  2. Οικογενειακοί: Αφορούν στην κληρονομικότητα, την έμφαση στο βάρος / σωματική εμφάνιση, το επικοινωνιακό στυλ οικογένειας, το ρόλο της διαδικασίας δεσμού με τη μητέρα, τη γονεϊκή απουσία, την απομάκρυνση από το σπίτι, την υπερενασχόληση / υπερπροστασία, την υψηλή έκφραση συναισθημάτων, την αντιμετώπιση του παιδιού ως «αποδιοπομπαίου τράγου» κ.λ.π.
  3. Ψυχολογικοί: Πρόκειται για: (1) πρώιμες εμπειρίες : τραύμα, γονεϊκή αντιπάθεια / αδιαφορία /υπερέλεγχος, (2) σχετιζόμενοι με την έναρξη : συχνά κάποια γεγονότα ζωής ή χρόνιες δυσκολίες οδηγούν στη δίαιτα, (3) «σημασία» γεγονότων, (4) τακτικές χειρισμού : κυρίως αποφυγή

Διαταραχές Διατροφής – Θεραπευτική Αντιμετώπιση

Οι ψυχολογικές παρεμβάσεις που εφαρμόζονται συνήθως για την αντιμετώπιση των διαταραχών διατροφής είναι ατομική ή ομαδική ψυχοθεραπεία, οικογενειακή ψυχοθεραπεία, φαρμακοθεραπεία, ή συνδυασμός των παραπάνω. Η φαρμακοθεραπεία βασίζεται κυρίως σε αντικαταθλιπτικά, αντιψυχωσικά, και φάρμακα οιστρογονικής υποκατάστασης. Επίσης, πολύ βοηθητικές μπορεί να αποβούν κάποιες ομάδες ψυχοεκπαίδευσης των πασχόντων πριν την έναρξη της θεραπείας αποσκοπώντας στο να κατανοήσουν τι τους συμβαίνει και να εκπαιδευτούν σε τεχνικές πρόληψης υποτροπών.

Ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους παρέμβασης για την αντιμετώπιση των διαταραχών αυτών, είναι η γνωσιακή – συμπεριφορική προσέγγιση. Οι πρώτες δυσκολίες που πρέπει να υπερνικηθούν κατά τη θεραπεία είναι η σύντονη με το εγώ φύση των συμπτωμάτων, οι ιατρικές επιπλοκές, οι πεποιθήσεις του ατόμου για τη διατροφή και το βάρος, και τα ελλείμματα στην αντίληψη του εαυτού. Ως προς την αποτελεσματικότητά της για την αντιμετώπιση της ψυχογενούς βουλιμίας, η θεραπεία αυτή κρίνεται ανώτερη της ψυχιατρικής παρακολούθησης αλλά ισοδύναμη με την ψυχοδυναμική και την συστημική προσέγγιση για τους ενήλικες πάσχοντες, ενώ στις έφηβες κρίνεται θεραπείας επιλογής εφόσον έχει βρεθεί ότι το 72% παρουσιάζει σημαντική βελτίωση μετά το πέρας του πρώτου έτους της θεραπείας. Γενικότερα, όμως, η διάρκεια θεραπείας για τη συγκεκριμένη διαταραχή κρίνεται 1 – 2 έτη για εξωτερικούς ασθενείς και 1 έτος κατόπιν επιτυχούς ολοκλήρωσης ενδονοσοκομειακού προγράμματος (διάρκεια που είναι ενδεικτική των δυσκολιών της). Ως προς την αποτελεσματικότητα της θεραπείας αυτής για την αντιμετώπιση της ψυχογενούς βουλιμίας, σύμφωνα με αποτελέσματα πρόσφατων ερευνών η γνωσιακή – συμπεριφορική προσέγγιση επιφέρει μέση μείωση στις καθαρτικές συμπεριφορές 79% με ολική ύφεση στο 57% των ατόμων, και καλή διατήρηση των αποτελεσμάτων σε εξάμηνη και δωδεκάμηνη παρακολούθηση.